- Ὁ Καποδίστριας ἀποβιβάζεται στὴν στεριά. Οἱ ἐκδηλώσεις τοῦ λαοῦ
Ἐπιτέλους, ἐκείνη ἡ ἀλησμόνητη ἡμέρα τῆς 12ης Ἰανουαρίου ξημέρωσε!
Ἀπὸ τὸ ἀγκυροβολημένο στὸν ὅρμο τῆς Περιβόλας «Warspite» ξεκίνησε μία «ὁλκάς», δηλ. ἕνα πλοιάριο ποὺ ἔφερε τὴν Ἑλληνικὴ σημαία. Μέσα ἦταν ὁ Κυβερνήτης ποὺ περιστοιχιζόταν ἀπὸ Ἕλληνες καὶ ξένους ἀξιωματικούς. Σὲ λίγη ὥρα ὁ Κυβερνήτης πάτησε τὸ πόδι του στὴν στεριά.Σ.Σ1
Ὁ Ν. Κασομούλης περιγράφει τὶς συγκινητικὲς στιγμές: «Καταβὰς νὰ ἔμβη εἰς τὴν λέμβον του, περιεστοιχίζετο ἀπὸ τοὺς ἀξιωματικοὺς τοῦ τακτικοῦ τῶν Συμμάχων Δυνάμεων καὶ Ἕλληνας. Αἱ φωναί, τὰ «οὐρά! οὐρά! οὐρά!» καὶ αἱ ζητωκραυγαὶ ἑνωμέναι μὲ τὴν βροντὴν τῶν πυροβόλων ἔκαμαν τὸν λαὸν νὰ ἀνατριχιάζει καὶ νὰ σκιρτᾶ ἀπὸ τὴν χαράν του, ὠθούμενος ποῖος ἐπὶ ποῖον θὰ ἔβγει ἐμπρὸς νὰ τὸν ἰδεῖ πρωτύτερα. Μόλις ἐπάτησεν τὸ ἔδαφος καὶ ὅλων αἱ καρδίαι ἐσκίρτησαν πάλιν τοῦ λαοῦ. Πολλοὺς εἶδον νὰ κλαίγουν ἀπὸ τὴν χαράν τους
εὐχαριστοῦντες τὸν Θεὸν διὰ τὸν ἄνδρα τὸν ὁποῖον μᾶς ἐξαπέστειλεν».2
Σ.Σ1. Κατὰ τὴν παράδοση ὁ Καποδίστριας ἀποβιβάστηκε στὴν παλαιὰ προβλῆτα τοῦ νησιοῦ. Τὸ λιμάνι τῆς Αἴγινας θὰ διαμορφωνόταν κατὰ τὸν ἑπόμενο χρόνο.
2.βλ. Ν. Κασομούλη, «Ἐνθυμήματα Στρατιωτικά», Γ΄, σελ. 10.Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Καποδίστριας, φανερὰ συγκινημένος, λίγο ἀργότερα ἐξομολογήθηκε, πὼς ἡ θέα τῶν προσφύγων καὶ ἡ δυστυχία ποὺ συνάντησε στὸν δρόμο πρὸς τὴν Μητρόπολη τὸν εἶχε πραγματικὰ
συγκλονίσει! Ἰδιαίτερα οἱ σκελετωμένες ὄψεις τῶν παιδιῶν καὶ τὸ κλάμα τῶν γυναικῶν ποὺ εἶχαν χάσει στὸν πόλεμο τοὺς ἄνδρες τους.
Στὴν σύντομη διαδρομή του πρὸς τὴν Ἐκκλησία ὁ Κυβερνήτης ἀντίκρυσε πρόσφυγες Ψαριανούς, Ἀϊβαλιῶτες, Μοσχονησιῶτες, Χιῶτες, Στερεοελλαδῖτες (συγκεκριμένα Γαλαξιδιῶτες καὶ Στυλιδιῶτες), Ἀθηναίους καὶ ἀπὸ ἄλλα μέρη. Ἦταν πολῖτες καὶ στρατιῶτες χωρὶς ὑπηρεσίες, ναῦτες χωρὶς καράβια. Ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν δώσει τὰ πάντα ἑπτὰ χρόνια τώρα στὸν Ἀγῶνα, γέροι κατάκοποι, γυναῖκες χῆρες, παιδιὰ ποὺ γύριζαν ξυπόλυτα γεμάτα ψεῖρες, πεινασμένα, χωρὶς μάννα καὶ πατέρα, ἀπροστάτευτα. Ὅλοι τους τὸν ἔβλεπαν ὡς «Μεσσία», ὡς Ἐλευθερωτή…
Στὴν εἴσοδο τῆς Ἐκκλησίας τὸν Κυβερνήτη περίμεναν ἡ Βουλή, μὲ τὸν Πρόεδρό της Ν. Ρενιέρη καὶ ἡ Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπή: ὁ Γεωργάκης Μαυρομιχάλης ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Μωρηᾶ, ὁ Μαρκῆς Μιλαέτης ὡς ἐκπρόσωπος τῶν νησιῶν καὶ ὁ Ἰωαννούλης (Γιαννούλης) Νᾶκος, ὡς ἐκπρόσωπος τῆς Ρούμελης. Ἐκεῖ ἦταν παρών καὶ ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους Βουλευτὲς ποὺ εἶχαν στὸ μεταξύ καταφθάσει στὸ νησί.
Ἡ «Γενικὴ Ἐφημερὶς τῆς Ἑλλάδος» περιγράφει μὲ μεγάλη παραστατικότητα τὶς σκηνές.
Ἡ «Γενική Ἐφημερίς τῆς Ἑλλάδος» περιγράφει τὰ γεγονότα τῆς ἀφίξεως τοῦ Καποδίστρια στὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Αἴγινα
2. Ἡ ὑποδοχὴ τοῦ Κυβερνήτη στὴν Μητρόπολη. Ὁ λόγος τοῦ Θεόφιλου Καΐρη
«Τόπος τῆς δημοτελοῦς ὑποδοχῆς τῆς Ἐξοχότητός του εἶχε προσδιορισθεῖ τὸ προαύλιον τῆς ἐνταῦθα μητροπόλεως τῆς Παναγίας, ἥτις κατὰ τὸ παρὸν χρησιμεύει ὡς Βουλευτήριον. Ἐκεῖ λοιπὸν εἶχε σχηματισθῆ ὥς
τις περίβολος κατεστρωμένος ἀπὸ δάφνας, ἐντὸς τοῦ ὁποίου συνελθόντες ὅλος ὁ χορὸς τῶν Ἀντιπροσώπων συνεδρίαζον. Ὁ Ἐξοχώτατος Κυβερνήτης ἀπέβη εἰς τὸ παράλιον τῆς πόλεως ἐν μέσῳ τῶν εὐφημιῶν ἀναριθμήτου
πλήθους… Ὁ δρόμος ὁ φέρων ἀπὸ τὸν αἰγιαλὸν εἰς τὸ Βουλευτήριον, ὅλαι αἱ παραστοιχοῦσαι οἰκίαι, καὶ τὰ πέριξ τοῦ Βουλευτηρίου ἦσαν πλήθοντα ἐνθουσιῶντος λαοῦ, διὰ μέσου τοῦ ὁποίου ἡ Ἐξοχότης του ἦλθεν εἰς τὸ
Βουλευτήριον προπεμπόμενος παρὰ τοῦ Ἱερατείου καὶ παντὸς τοῦ Διοικητικοῦ συστήματος, καὶ ἀκολουθούμενος ὑπὸ πλήθους φερόντων κλάδους δάφνης καὶ ἐλαίας, καὶ ἀνευφημούντων συχνάκις τὸν Κυβερνήτην.
Ἡ Βουλὴ ὑπεδέχθη τὸν Κυβερνήτην μὲ τὰ πλέον ζωηρὰ δείγματα τῆς κοινῆς τιμῆς καὶ ἀγάπης. Εὐθὺς ἐψάλη κατανυκτικὴ δοξολογία πρὸς τὸν Ὕψιστον, ὅτι ἐπακούσας τὰς εὐχὰς τοῦ τεταπεινωμένου λαοῦ του ηὐδόκησε νὰ πέμψη εἰς αὐτὸν ἀρχηγὸν ἄξιον νὰ τὸν ἀναστήσῃ καὶ νὰ τὸν φέρῃ εἰς τὴν εὐτυχίαν…
Μετὰ δὲ τὴν δοξολογίαν ἀναστὰς ὁ κ. Θεόφιλος Καΐρης ἐξεφώνησε λόγον, διὰ τοῦ ὁποίου, ἀφοῦ ἐχαροποίησε
τοὺς συμπατριώτας διὰ τὴν ἔλευσιν τοῦ Κυβερνήτου, ἐξέθεσε τὴν δεινὴν κατάστασιν, εἰς τὴν ὁποίαν ἔφερον τὴν
πατρίδα αἱ διχόνοιαι καὶ σκευωρίαι, ἐπαίνεσε τὰς μεγάλας καὶ λαμπρὰς πολιτικὰς ἀρετὰς τῆς Ἐξοχότητός του
καὶ τὴν θυσίαν, τὴν ὁποίαν ἔκαμεν διὰ τὴν ἀγάπην τῆς Πατρίδος, καὶ παραστήσας τὰ ἐκ τῆς σοφῆς Κυβερνήσεώς του προσδοκώμενα ἀγαθά, ἐνεθάρρυνε τοὺς Ἕλληνας, ὅτι εἰς τὸ ἑξῆς θέλουν βασιλεύσει πλέον οἱ νόμοι καὶ ὄχι τὰ πάθη.
Ἐτελείωσε δέ, ἐπικαλεσθεὶς τὸν τοῦ παντὸς Κυβερνήτην νὰ συνετίζῃ τὸν νοῦν τοῦ ἐκλεκτοῦ ἡμᾶς ἀρχηγοῦ,
διὰ νὰ ὁδηγῇ τὸ Ἔθνος κατὰ τοὺς σκοποὺς τῆς θείας Προνοίας, καὶ νὰ τὸ φέρῃ εἰς τὴν ἀληθινὴν εὐτυχίαν…».1
Στὴν τόσο ὡραία περιγραφὴ τῆς ὑποδοχῆς τοῦ Καποδίστρια ἔχουμε νὰ κάνουμε τὶς ἑξῆς παρατηρήσεις:
Καθίσταται σαφὲς, πὼς μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας συνεδρίαζε ἡ Βουλή. Τὸ κείμενο συχνὰ ἀναφέρεται στὸ «Βουλευτήριο».
Ἡ παρουσία Ἀρχιερέων, ἱερέων μὲ τὰ ἄμφιά τους, ὁλόκληρης τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας καὶ ἑνὸς «ἐνθουσιώδους» λαοῦ, ποὺ κρατοῦσαν στὰ χέρια τους «κλάδους ἐλαίας καὶ δάφνης», ὑποδηλώνουν μιὰ πραγματικὰ «Μεσσιακὴ» ὑποδοχή. Οἱ ἐλπίδες ὅλου τοῦ Ἔθνους ἐκείνη τὴν ὥρα ἦταν συγκεντρωμένες σὲ ἕνα πρόσωπο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ «τεταπεινωμένος λαός», ὁ βασανισμένος ἀπὸ τὴν μακρόχρονη σκλαβιά, αἰσθάνθηκε βαθειὰ τὴν ἀνάγκη ἐκείνη τὴν ἐπίσημη ὥρα νὰ ἀναπέμψει θερμὴ Δοξολογία στὸν Θεό.
Ὁ λόγιος ἄνδρας Θεόφιλος ΚαΐρηςΣ.Σ1 ἦταν ἐκεῖνος ποὺ προσεφώνησε τὸν Καποδίστρια ἀπὸ τὸν ἐξώστη τῆς βορεινῆς πέτρινης σκάλας τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ὁμιλία ξεκίνησε μὲ ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Κριτῶν:
«Οὐκ ἄρξω ἐγώ, οὐκ ἄρξει ὁ υἱός μου ἐν ὑμῖν. Κύριος κυβερνήσει ὑμᾶς»2. Στὴν ἀρχὴ ὁ λόγος περιεῖχε ἐπαίνους στὸ πρόσωπο τοῦ Κυβερνήτη. Σύντομα ὅμως ἄρχισαν νὰ γίνονται ὑποδείξεις καὶ νὰ ἐκτίθεται ἡ τραγικὴ κατάσταση, στὴν ὁποία εἶχε περιέλθει ἡ χώρα ἀπὸ τὶς διχόνοιες καὶ τὶς σκευωρίες. Στὴν συνέχεια ὁ ὁμιλητὴς ἐξέφρασε τὴν ἐλπίδα ὅτι «εἰς τὸ ἑξῆς θέλουν βασιλεύσει πλέον οἱ νόμοι καὶ ὄχι τὰ πάθη». Ἡ εἰρωνεία τῆς στιγμῆς ἦταν πὼς τελικὰ τὰ πάθη θὰ κυριαρχοῦσαν καὶ μετά… Ὁ Ν. Κασομούλης, ποὺ περιγράφει τὴν σκηνή, σημειώνει πὼς αὐτὸ ἰδιαίτερα τὸ σημεῖο τῆς ὁμιλίας ἐνόχλησε μερικούς, κυρίως τὸν Γ. Μαυρομιχάλη, ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε γρήγορα στὴν σκάλα καὶ τραβοῦσε τὸν Θεόφιλο ἀπὸ τὸ ράσο, γιὰ νὰ κατέβει, λέγοντας: «Πάψε!» (δηλαδὴ «σταμάτα, πιά, νὰ τὰ παρουσιάζεις ὅλα μαῦρα»).
Ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε: «Ὄχι!». Διακόπηκε ἡ ὁμιλία καὶ ἔγινε χασμωδία… Τότε ὁ Καποδίστριας, ποὺ παρακολουθοῦσε μὲ «χαρίεν καὶ σοβαρὸ ὗφος» ὄρθιος τὴν ὁμιλία ἔκανε νόημα ὁ ὁμιλητής νὰ συνεχίσει… Ἔτσι ὁ λόγος ὁλοκληρώθηκε.
Σ.Σ1. Ὁ Ἱεροδιάκονος Θεόφιλος Καΐρης διετέλεσε Σχολάρχης στὴν «Ἀκαδημία» τῶν Κυδωνιῶν. Μετὰ τὴν καταστροφὴ ποὺ ὑπέστη τὸ Ἀϊβαλὶ ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὶς 2 Ἰουνίου 1821 κατέφυγε μαζὶ μὲ ἄλλους Ἀϊβαλιῶτες πρόσφυγες στὴν Αἴγινα.
2.βλ. Κριταί, κεφ. ιγ΄, 23.
3. Ἡ ἐγκατάσταση εἰς «τὴν οἰκίαν»
Στὴν συνέχεια ἡ «Γενικὴ Ἐφημερὶς» μᾶς περιγράφει τὴν ἐγκατάσταση τοῦ Κυβερνήτη «εἰς τὴν οἰκίαν»:Σ.Σ1
«…Ἀφοῦ ἐτελείωσεν ἡ τελετή, ὁ Κυβερνήτης ἐπροπέμφθη μὲ τὴν αὐτὴν παράταξιν ἕως εἰς τὴν προσδιωρισμένην δι’ αὐτὸν οἰκίαν, ὅπου πρῶτον μὲν ὁ Πρόεδρος μὲ δωδεκαμελῆ ἐπιτροπὴν Ἀντιπροσώπων ὑπῆγεν ὡς ἐκ προσώπου τῆς Βουλῆς εἰς προσαγόρευσιν τῆς Ἐξοχότητός του, ἔπειτα δὲ ὑπῆγον οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ ὅλοι οἱ ἐνταῦθα παρευρισκόμενοι ἐπισημότεροι τῶν Πολιτικῶν καὶ Στρατιωτικῶν.
Ὁ Ἐξοχώτατος Κυβερνήτης ἐφάνη πολλὰ αἰσθαντικὸς εἰς ὅλα ταῦτα τὰ δείγματα τῆς κοινῆς ἀγάπης καὶ ἀφοσιώσεως καὶ ἀνταπεκρίθη μὲ μετριότητα καὶ σεμνοπρέπειαν, αἵτινες εἶναι ἄξιαι τοῦ πλέον μεγάλου θαυμασμοῦ. Ἡ παρουσία του διέχεε τὴν χαρὰν εἰς ὅλων τὰ πρόσωπα, καὶ ἐνέπνευσεν εἰς τὰς καρδίας ὅλων τὸν πλέον εὐγενῆ ἐνθουσιασμόν».
«Ἡ οἰκία» τοῦ κειμένου ἦταν προσωρινή, τὸ σπίτι τοῦ Ν. Λαλαούνη, μέχρις ὅτου ὁλοκληρωθοῦν οἱ ἐργασίες μετασκευῆς τῆς οἰκίας τοῦ ἐμπόρου Μιχαὴλ Μοίρα2 , τὸ ὁποῖο ἐπρόκειτο νὰ γίνει τὸ πρῶτο Κυβερνεῖο τῆς Ἑλλάδος. Τὸ σπίτι τῆς οἰκογενείας Μοίρα ἦταν τὸ οἴκημα, ὅπου διέμενε στὴν Αἴγινα ὁ Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης. Στὸ ἀρχοντικὸ ἰδιοκτησίας Μοίρα ἀναφέρει ὁ περιηγητὴς τοῦ τόπου Dodwell πὼς φιλοξενήθηκε στὰ 1805. 3
Βρίσκεται περίπου 200 μέτρα πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν Μητρόπολη. Τὴν ἐπισκευὴ τοῦ σπιτιοῦ ἀνέλαβε ὁ ἀρχιμάστορας Θωμᾶς Ἰωάννου, γνωστὸς καὶ ἀπὸ ἄλλες οἰκοδομὲς στὴν Αἴγινα.4
Σ.Σ1. Πιθανόν νὰ ἦταν ἡ οἰκία ἰδιοκτησίας Καλούδη στὴν προκυμαία.
2. βλ. Γ.Α.Κ. Γεν. Γραμματεία, φ. 15/ 10 Φεβρουαρίου 1828: ἀναφορὰ τῆς χήρας τοῦ Δημητρίου Μοίρα (υἱοῦ τοῦ Ἰωάννη Μοίρα, ποὺ ἀφιέρωσε καὶ τὴν ἀντίστοιχη εἰκόνα στὸ Τέμπλο τῆς Μητρόπολης, ὅπως εἴδαμε) πρὸς τὸν Καποδίστρια, μέσα στὴν ὁποία γράφει: «κατὰ κλῆρον ἐκ τῆς πατρικῆς καὶ μητρικῆς περιουσίας τοῦ μακαρίτου ἀνδρός μου, αὐταδέλφου τοῦ κυρίου ἀρχιμανδρίτη (τοῦ Γρηγορίου Μοίρα), ἔπεσεν εἰς τὸ ἀνάλογόν μου τὸ ἥμισυ ὀσπήτιον (τὸ ὁποῖον μὲ μεγάλην μου χαρὰν ἀξιώθη νὰ κατοικήσετε), καθὼς καὶ ὅλα τὰ ὀσπητάκια τὰ εἰς τὴν αὐλὴν εὑρισκόμενα).
3. βλ. Dodwell «A classical and topographical tour throw Greece – I», 654.
4. βλ. Γ.Α.Κ. Ἀντικυβερνητικὴ Ἐπιτροπή, φ. 247, ἀρ. 985/ 31 Δεκεμβρίου 1827.
Οἱ ἐπισκευὲς ἄρχισαν ἀμέσως· χρησιμοποιήθηκαν καὶ Τοῦρκοι αἰχμάλωτοι γιὰ νὰ μεταφέρουν πέτρες καὶ χῶμα· στὶς 20 Δεκεμβρίου παράγγειλαν 200 ὀκάδες χόρτο γιὰ νὰ γεμίσουν τὰ μεντέρια.1
4. Τὸ δίλημμα τοῦ Κυβερνήτη
Ὅταν κόπασε ὁ θόρυβος τῆς ἡμέρας καὶ ὁ Καποδίστριας βρέθηκε μόνος στὸ γραφεῖο, τότε πῆρε κοντά του τὸ λυχνάρι καὶ ἄρχισε νὰ διαβάζει προσεκτικὰ τὸ «Πολιτικὸν Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος»Σ.Σ2. Ἤθελε νὰ ἐνημερωθεῖ ἄμεσα γιὰ ἐκεῖνο τὸ Σύνταγμα, ποὺ εἶχε ψηφιστεῖ ἀπὸ τὴν Γ΄ Ἐθνοσυνέλευση τῆς Τροιζῆνος, ἡ ὁποία καὶ τὸν εἶχε ἐκλέξει Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδος. Τὸ Σύνταγμα αὐτὸ εἶχε ψηφιστεῖ μὲ τὸν ἀναθεωρημένο «Νόμο τῆς Ἐπιδαύρου», δηλ. τὸ δεύτερο Σύνταγμα τοῦ Ἄστρους.
Ἡ προσεκτικὴ ἀνάγνωση τῶν ἄρθρων τοῦ Συντάγματος ὁδήγησε τὸν Καποδίστρια στὸ συμπέρασμα, πὼς ἐκεῖ ἀκριβῶς ἔπρεπε νὰ ἀναζητηθοῦν οἱ ρίζες τῆς ἐμφύλιας διαμάχης τῶν Ἑλλήνων στὰ προηγούμενα χρόνια: Σκοπός του ἦταν ἡ κατάργηση τῆς Ἀνώτατης Ἀρχῆς τοῦ Δημ. Ὑψηλάντη. Οὐσιαστικὰ καθιέρωνε τὸν ἀνταγωνισμὸ τῆς Νομοθετικῆς μὲ τὴν πολυμελῆ Ἐκτελεστικὴ Ἐξουσία. Αὐτὸς ὁ ἀνταγωνισμὸς οὐσιαστικὰ ἐξέθρεψε τρεῖς ἐμφύλιους πολέμους! Ἕνα παράδειγμα:
Ἂς ὅριζε τὸ ἄρθρο 108 πὼς «ὁ Κυβερνήτης κινεῖ τὰς κατὰ γῆν καὶ θάλασσαν Δυνάμεις». Ὁ Καποδίστριας εἶχε μπροστά του τὸ πικρὸ παράδειγμα ὅπου ὄχι ἡ Ἐκτελεστικὴ Ἐξουσία, ἀλλὰ ἡ Γ΄ Ἐθνοσυνέλευση (τὴν
ὁποία ἐπηρέαζε ἄμεσα ὁ Μαυροκορδᾶτος) εἶχε καταργήσει τὴν ἀρχιστρατηγία τοῦ Καραϊσκάκη διορίζοντας τοὺς Τσὼρτς καὶ Κόχραν (μὲ τὰ γνωστὰ ἀποτελέσματα τῆς καταστροφῆς τοῦ Φαλήρου καὶ τὶς συνέπειες).
βλ. Γ.Α.Κ. Ὑπουργ. Οἰκονομίας, φ. 101/ 20 Δεκεμβρίου 1827.
Σ.Σ2. Τὸ Σύνταγμα αὐτὸ περιεῖχε 150 ἄρθρα καὶ διατάξεις περὶ λαϊκῆς κυριαρχίας κ.λπ. Ἀποτελοῦσε πνευματικὸ δημιούργημα τοῦ σαραντάχρονου, τότε,
Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου καὶ διαπνεόταν ἀπὸ τὶς πολιτικὲς καὶ ἀνθρωπιστικὲς ἀρχές τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως. Καθιέρωνε πολίτευμα πολυαρχικό (στὴν πραγματικότητα ἀναρχικό, ἀφοῦ προέβλεπε κάθε χρόνο νὰ
γίνονται ἐκλογές). Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ φιλόδοξος Φαναριώτης πολιτικὸς
ἐπεδίωκε τὴν παραμονὴ τῆς Ἐξουσίας στὰ χέρια τῶν κοτζαμπάσηδων, οἱ
ὁποῖοι ἤθελαν νὰ διατηρήσουν τὰ προνόμια ποὺ εἶχαν στὰ χέρια τους ἀπὸ
τὴν ἐποχὴ τῆς Ὀθωμανικῆς Κυριαρχίας. Ἦταν ἕνα Σύνταγμα ποὺ δὲν ἔτυχε
διεθνοῦς ἀναγνωρίσεως.
Σύμφωνα μὲ τὸ νομικὸ καθεστὼς ἐκείνου τοῦ Συντάγματος, σὲ περίπτωση διαφωνίας τοῦ Κυβερνήτη μὲ τὴν Βουλή, ἐκεῖνος τὸ πολὺ-πολὺ νὰ ἔκανε τὴν ἀναπομπὴ τῶν προβουλευμάτων της μαζὶ μὲ τὶς τυχὸν παρατηρήσεις του. Καὶ σὲ περίπτωση ποὺ ἡ Βουλὴ ἐπέμενε, τότε ὁ Κυβερνήτης θὰ ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ ἐφαρμόσει τὸν Νόμο ὅπως ἦταν. Τί θὰ συνέβαινε ὅμως, σὲ περίπτωση ποὺ γίνονταν ἐνστάσεις ἐκ μέρους τῶν Βουλευτῶν; Πρᾶγμα πολύ πιθανόν, ἀφοῦ ἦταν γνωστὸ πὼς ἐκεῖνοι ἦταν μοιρασμένοι στὰ τρία κόμματα: τὸ Ἀγγλικό, τὸ Γαλλικὸ καὶ τὸ Ρωσσικό. Ἔπρεπε λοιπόν, νὰ ὑπάρξει ἀπόλυτη συμφωνία ἀνάμεσα στὸν Κυβερνήτη καὶ στὴν Βουλὴ γιὰ νὰ κυβερνηθεῖ ὁ τόπος!
Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση, ὅμως, θὰ περίμενε ὁ Ἰμπραὴμ στὴν Πελοπόννησο, τὰ ὀρφανὰ ποὺ περιφέρονταν
γυμνὰ καὶ πεινασμένα στοὺς δρόμους, οἱ τρεῖς Ναύαρχοι ποὺ ἀνέμεναν στὰ πλοῖα τὶς ἀποφάσεις γιὰ
νὰ τὶς μεταφέρουν στὶς Κυβερνήσεις τους, θὰ περίμενε ὁ Σουλτᾶνος, ὅλοι αὐτοὶ θὰ περίμεναν μέχρι νὰ καταλήξουν κάπου οἱ Ἕλληνες; Ἐξάλλου σὲ λίγες μέρες θὰ ὕψωνε τὸ χέρι καὶ θὰ ὁρκιζόταν στὸν Θεὸ ὅτι «θὰ ἐφαρμόσει τοὺς Νόμους καὶ ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ διατηρήσει τὴν Ἀνεξαρτησία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», ὅπως ὅριζε ἐκεῖνο τὸ Σύνταγμα. Ἐκείνους τοὺς Νόμους θὰ ἐφάρμοζε; Καὶ ἦταν Ἀνεξάρτητο τὸ Ἔθνος, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ σὲ
λίγη ἀπόσταση ἀπὸ ἐκεῖ, στὴν Ἀττική, ἡ Τουρκικὴ σημαία ἀνέμιζε ξανὰ στὴν Ἀκρόπολη; Ψέματα θὰ ὁρκιζόταν;
Εἶχε πιὰ ξημερώσει. Ἐλάχιστη ὥρα εἶχε καταφέρει νὰ κοιμηθεῖ. Ὁ Καποδίστριας σήκωσε τὸ βλέμμα του καὶ κοίταξε ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο τοῦ γραφείου του. Ἀντίκρυσε τὴν Μητρόπολη, τὴν πεντάτρουλλη Ἐκκλησία. Τότε πρόσεξε καὶ τὸν μεγάλο σταυρὸ ποὺ βρισκόταν στὸν κεντρικό τροῦλλο της. Σηκώθηκε…
Εἶχε πάρει πιὰ τὴν ἀπόφασή του: θὰ ἐνεργοῦσε ἄμεσα καὶ ἀποφασιστικά. Ὅπως ἐξάλλου εἶχε ἐκμυστηρευτεῖ καὶ στὸν Ἑλβετὸ φίλο του, «…ἦταν πρόθυμος νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του…».
5. Ὁ Καποδίστριας ἐνημερώνεται γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Χώρας
Τὴν ἑπόμενη μέρα ὁ Κυβερνήτης δέχθηκε τοὺς πέντε Ὑπουργοὺς τῆς Κυβερνήσεως ποὺ εἶχαν ἔρθει στὴν Αἴγινα μόλις πέντε μῆνες πρίν. Ὅμως, ἡ ἐνημέρωση τῶν «Γραμματέων» τὸν ἀπογοήτευσε τελείως.
Ὁ Ὑπουργὸς τῆς Δικαιοσύνης Μιχαὴλ Σοῦτσος δὲν εἶχε τίποτε νὰ τοῦ ἀναφέρει, ἀφοῦ ἡ Δικαιοσύνη δὲν λειτουργοῦσε! Ὁ «Γραμματεὺς» τῶν Ἐσωτερικῶν καὶ τῆς Ἀστυνομίας Δημ. Λόντος τοῦ ἐξήγησε πὼς ὁλόκληρη ἡ Ἐπικράτεια περιοριζόταν στὴν Αἴγινα, τὸν Πόρο, τὴν Σαλαμῖνα, τὴν Ἐλευσῖνα, τὰ Μέγαρα καί, ἴσως, σὲ κάποια
ἄλλα νησιά, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν ἐλέγχονταν ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση.
Ὁ ἀντίστοιχος τῶν Ἐξωτερικῶν καὶ τοῦ Ναυτικοῦ Γεώργ. Γλαράκης τὸν ἐνημέρωσε πὼς οἱ ληστεῖες καὶ ἡ πειρατεία στὶς θάλασσες ἦταν σχεδόν καθημερινὸ φαινόμενο.
Ὁ Ὑπουργὸς τοῦ Πολέμου Δημ. Βλαχόπουλος μὲ θλίψη ἀνέφερε πὼς δὲν ὑπῆρχε τακτικὸς στρατός. Ὑπῆρχαν μόνο τὰ καπετανᾶτα τοῦ Πετρόμπεη στὴν Μάνη, τοῦ Κίτσου Τζαβέλλα ποὺ ἐξουσίαζε τὸν Ἀκροκόρινθο, τοῦ Γρίβα καὶ τῶν Στραταίων ποὺ κρατοῦσαν τὸ Παλαμήδι καὶ οἱ ὁποῖοι εἶχαν κατασπαταλήσει ὅλο τὸ διαθέσιμο πολεμικὸ ὑλικὸ τῆς Χώρας. 25.000 ἄτακτοι μαχητὲς περιφέρονταν ἄσκοπα χωρὶς τροφοδοσία καὶ ρήμαξαν τὰ νοικοκυριά.
Τέλος, ὁ ἐπὶ τῶν Οἰκονομικῶν Παν. Λιδωρίκης τὸν ἐνημέρωσε πὼς δὲν ὑπῆρχαν χρήματα στὸ Δημόσιο Ταμεῖο οὔτε κἂν βιβλία! Κανένας δὲν πλήρωνε φόρους! Ὁ Ρουμελιώτης πολιτικός, πάντως, μὲ ὀξυδέρκεια ἐπεσήμανε τὴν ρίζα τοῦ κακοῦ: «Θὰ μποροῦσε ἡ Κυβέρνηση, Ἐξοχώτατε, νὰ βρεῖ ἄλλους πόρους, ἀλλὰ τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ κάνει χωρὶς τὴν συγκατάθεση τῆς Βουλῆς».
Αὐτὴ ἡ τελευταία ἐπισήμανση ἦταν ποὺ ἔγειρε ὁριστικὰ καὶ τὴν πλάστιγγα: Ὁ Καποδίστριας ἔλαβε τὴν τελικὴ ἀπόφασή του: τὴν ἴδια μέρα, ἐνημέρωσε κατ’ ἰδίαν Κυβέρνηση, Ὑπουργοὺς καὶ Βουλευτὲς γιὰ τὴν ἀνάγκη διαλύσεως τῆς Βουλῆς. Ὑποσχέθηκε πὼς τὸν Ἀπρίλιο θὰ συγκαλοῦσε μία Τέταρτη Ἐθνοσυνέλευση προκειμένου νὰ ἐγκρίνει ἢ ὄχι τὶς Πράξεις τῆς Κυβερνήσεώς του.
Ἔτσι, στὶς 18 Ἰανουαρίου 1828 παραιτήθηκε ἡ Βουλὴ καὶ τὴν ἴδια μέρα ψηφίσθηκε στὴν Μητρόπολη ὁ Νόμος ΝΗ «περὶ προσωρινῆς μεταβολῆς τῆς Διοικήσεως». Ἡ Βουλὴ δέχθηκε πὼς «ἡ σωτηρία τοῦ Ἔθνους εἶναι ὑπέρτατος πάντων τῶν Νόμων». Ὁ Νόμος αὐτὸς προέβλεπε ἀντὶ τῆς Βουλῆς τὴν σύσταση ἑνὸς Συμβουλευτικοῦ Σώματος ἀπὸ 27 μέλη, τοῦ «Πανελληνίου». Μὲ αὐτὸ (οὐσιαστικὰ) τὸ συνταγματικὸ πραξικόπημα οἱ ἐξελίξεις εἶχαν πιὰ δρομολογηθεῖ. Ὁ τόπος ἔπρεπε νὰ κυβερνηθεῖ τὸ ταχύτερο δυνατόν…
Ἀπὸ τὶς ἑπόμενες ἡμέρες ὁ Κυβερνήτης ἄρχισε νὰ ἐκδίδει τὰ πρῶτα Ψηφίσματά του.