Οργάνωση τοῦ Κράτους
Μέσα στὸ σύντομο χρονικὸ διάστημα τῆς παρουσίας τοῦ Κυβερνήτη (μόλις 20 μῆνες καὶ 22 ἡμέρες) στὴν Αἴγινα συντελέστηκαν πολὺ σημαντικὰ ἔργα. Στὴν συνέχεια θὰ ἀναφερθοῦμε στὰ σπουδαιότερα ἀπὸ αὐτά:
Ἡ λειτουργία τοῦ Κράτους βασίστηκε πάνω στὴν σταθερὴ ἄσκηση τῆς τριπλῆς Ἐξουσίας: τῆς Ἐκτελεστικῆς (Νομοτελεστικῆς), τῆς Νομοθετικῆς καὶ τῆς Δικαστικῆς. Τὴν πρώτη ἀσκοῦσε ἡ Κυβέρνηση, τὴν δεύτερη τὸ Συμβουλευτικὸ Νομοθετικὸ Σῶμα τοῦ “Πανελληνίου” (καὶ ἕνα χρόνο μετὰ ἡ «Γερουσία») καὶ τὴν τρίτη τὰ Δικαστήρια. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ,πὼς στὴν Αἴγινα λειτούργησαν τὸ «Πρωτόκλητο» Δικαστήριο καὶ τὸ Εἰρηνοδικεῖο.
Παράλληλα μὲ τὴν ἑδραία ἄσκηση τῶν τριῶν Ἐξουσιῶν (οι οποίες γιὰ πρώτη φορὰ ἀσκήθηκαν καὶ οἱ τρεῖς μαζὶ σὲ ἕνα συγκεκριμένο τόπο, ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν λειτουργία ἑνὸς Κράτους) στὴν Αἴγινα χαράχτηκαν καὶ τὰ γενικὰ πλαίσια τῆς Ἐξωτερικῆς Πολιτικῆς τῆς Χώρας.
Ὅσον ἀφορᾶ, τώρα, τὴν Διοικητικὴ Δομὴ τῆς Χώρας, ὁ Καποδίστριας χώρισε τὶς ἐλεύθερες περιοχές της ὡς ἑξῆς: διαίρεσε τὴν Πελοπόννησο σὲ 7 Ἐπαρχίες καὶ τὰ νησιὰ σὲ δύο κλάσεις, στὶς Σποράδες καὶ στὶς Κυκλάδες. Ἔκανε ὑποδιαίρεση τῶν δύο κλάσεων σὲ τρία τμήματα, ἐπικεφαλῆς τῶν ὁποίων τοποθετήθηκε ἕνας Ἔκτακτος Ἐπίτροπος. Ὁ Κυβερνήτης διατήρησε τὸν θεσμὸ τῶν Δημογεροντιῶν στὰ χωριά, ὅπως ἴσχυε μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμή.
Θέλησε νὰ ἐμπνεύσει ὑψηλὲς ἀρχὲς στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν δημιουργία μορφωμένου Κλήρου. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἵδρυσε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ζωοδόχου Πηγῆς τοῦ Πόρου Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή, στὴν ὁποία σπούδασαν 15
μαθητές, ὑποψήφιοι κληρικοί. Ἐκεῖ λειτούργησε καὶ Σχολὴ Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, στὴν ὁποία δίδαξε ὁ μουσικοδιδάσκαλος Γεώργιος Λέσβιος. (βλ. Γ.Α.Κ. Διοικ. Ἐπιτρ., φ. 206, ἀρ. 3740/ 19 Ὀκτωβρίου 1826). Ὁ διδάσκαλος πληρωνόταν ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τῆς Χρυσολεόντισσας. Μερικὲς φορὲς όμως φαίνεται πως ὁ ἡγούμενος ἀργοποροῦσε στὴν πληρωμή…(βλ. επίσης: Γ.Α.Κ. Ὑπουργ. Ἐσωτερικῶν, φ. 115/ 18 Νοεμβρίου 1827, ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν συνεδρίαση τῆς Βουλῆς, 7 Νοεμβρίου 1827).
Για τὰ Δημόσια ἔργα τῆς Χώρας προσεκάλεσε καὶ ἔφερε πολεοδόμους, μηχανικούς, ντόπιους καὶ ξένους ἀρχιτέκτονες. Γιὰ τὶς ὑποδομὲς φρόντισε νὰ ἔρθουν ἀπὸ τὴν Ἰταλία τεχνῖτες, ὥστε νὰ βοηθήσουν στὴν
ἐκτέλεση τῶν ἔργων μὲ τὴν τεχνογνωσία τους
Ἡ νέα πόλη κτίστηκε πάνω στὴν θέση τῆς ἀρχαίας. Γιὰ τὸ κτίσιμο, σὲ πολλὲς περιπτώσεις, χρησιμοποιήθηκε ἕτοιμο οἰκοδομικὸ ὑλικό, ὅπως λ.χ. γιὰ τὸ κτίσιμο τῆς δυτικῆς προκυμαίας τοῦ λιμανιοῦ κατὰ τὸ ἔτος 1828 ὁ Ἀμερικανὸς Φιλέλληνας γιατρὸς Σάμουελ Γκρίντλεϊ Χάου (Howe) χρησιμοποίησε λιθόπλινθους ἀπὸ τὸν Ναὸ τῆς Κολώνας. Με αυτό τον τρόπο όμως προξενήθηκε μεγάλη ζημιὰ στὸ μνημεῖο. Σοβαρές καταστροφὲς ἐπίσης εἶχαν προξενηθεῖ μὲ τὴν ἀθρόα ἐγκατάσταση τῶν προσφύγων στὴν Αἴγινα, οἱ ὁποῖοι συνήθιζαν νὰ ἀνοίγουν τοὺς ἀρχαίους τάφους (τότε ἔγινε καὶ σύληση πολλῶν ἀπὸ αὐτούς), πάνω στοὺς ὁποίους ἔκτισαν πρόχειρες λασποκαλύβες. Ἐπειδὴ ἡ πόλη τῆς Αἴγινας εἶναι προφυλαγμένη ἀπὸ τὸν βοριᾶ, βρίσκεται ὅμως ἐκτεθειμένη στὴν μεσημβρινὴ πλευρά της, γι’ αὐτὸ τὸν λόγο οἱ δρόμοι της ἀνοίχτηκαν κάθετοι στὸ λιμάνι, ὥστε τὸ καλοκαίρι οἱ κάτοικοι νὰ δροσίζονται ἀπὸ την ευεργετική πνοή του μπάτη. Στὴν ἀριστερὴ πλευρὰ τοῦ λιμανιοῦ, στὸ «Καί», καὶ στὴν θέση ὅπου τὸ 1693 ὁ Μοροζίνι εἶχε κτίσει ἕναν πύργο (τὸ Μποῦρτζι), ὁ Καποδίστριας ἔκτισε τὸν φάρο τοῦ λιμανιοῦ. Στὴν ἀντίθετη πλευρὰ καὶ πάνω στὸν τροῦλλο τῆς ἐκκλησούλας τοῦ Ἅϊ-Νικόλα τοῦ Θαλασσινοῦ, παλαιότερα καπεταναῖοι τοῦ νησιοῦ εἶχαν τοποθετήσει ἕναν μικρὸ φάρο, ὕστερα ἀπὸ κάποιο ναυάγιο.
Μὲ τὴν ἐπίβλεψη τοῦ ἀξιωματικοῦ τοῦ Μηχανικοῦ Θεοδώρου Βαλλιάνου ὁ Καποδίστριας ἄνοιξε τὸν πρῶτο ἁμαξιτὸ δρόμο ἀπὸ τὴν πόλη στὴν Περιβόλα. Θέλησε ὁ Κυβερνήτης νὰ φυτέψει δεξιὰ καὶ ἀριστερά τοῦ δρόμου μουριές, τὶς ὁποῖες ὑπολόγιζε νὰ φέρει ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο.
Μεγάλη μάστιγα τῆς ἐποχῆς ἦταν ἡ ληστεία καὶ ἡ πειρατεία. Οἱ πειρατὲς εἶχαν στήσει τὶς φωλιές τους στὶς Βόρειες Σποράδες. Στὸν Τοῦρλο σήμερα μιὰ θαλασσινὴ σπηλιὰ ὀνομάζεται «Κουρσοσπηλιά». Στὸ νησάκι τῆς Μονῆς, κατὰ προφορικὴ παράδοση, δίπλα ἀπὸ τὴν λεγόμενη «φωκοσπηλιά», στὴν νότια πλευρά, καὶ σὲ ἕνα κρυφὸ ἐσωτερικὸ σπήλαιο, κουρσάροι κρεμοῦσαν πάνω σὲ ένα δοκάρι τὰ λάφυρά τους. Ὁ Καποδίστριας ἀνέθεσε τότε στὸν Μιαούλη τὴν πάταξη τῆς πειρατείας. Ὁ ἔμπειρος θαλασσινὸς κατόρθωσε νὰ τοὺς πείσει καὶ ἐκεῖνοι παρέδωσαν τότε ἑξῆντα πλοῖα τους! Τὸ φαινόμενο τῆς πειρατείας ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκεῖνη ἄρχισε βαθμιαία νὰ ὑποχωρεῖ.
Γιὰ νὰ μὴ μποροῦν εὔκολα νὰ ἐγκαθίστανται στὴν Χώρα οἱ κάθε εἴδους κακοποιοί, ὁ Καποδίστριας εἰσήγαγε τὸν θεσμὸ τῶν Διαβατηρίων καὶ Διαμονητηρίων.
Μέσα σὲ ἕνα μῆνα κατόρθωσε ὁ Κυβερνήτης νὰ ὀργανώσει τακτικὸ καὶ πειθαρχημένο στρατό. Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ «σπάσει» τὸν σύνδεσμο ποὺ εἶχαν οἱ διάφοροι καπεταναῖοι μὲ τοὺς ἄνδρες τους, σκέφτηκε μὲ ἔξυπνο τρόπο νὰ τοὺς χωρίσει ὡς ἑξῆς: Ἔδωσε ἀξιώματα στοὺς καπετάνιους, καὶ ὀργάνωσε τὸν στρατὸ σὲ τρεῖς χιλιαρχίες. Ἔτσι κατανεμήθηκαν οἱ 25.000 ἄτακτοι στρατιῶτες σὲ τακτικὰ Σώματα στρατοῦ. Ἐπειδὴ οἱ Σουλιῶτες ἀποτελοῦσαν εἰδικὴ περίπτωση, τοὺς κατέταξε στὴν πρώτη χιλιαρχία μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Κίτσο Τζαβέλλα. Δὲν ἦταν εὔκολο τὸ ἐγχείρημα! Δύσκολα μποροῦσε ἐκεῖνος ποὺ εἶχε συνηθίσει σὲ μιὰ ἄτακτη ζωή (μὲ ζωοκλοπές, ἐπιδρομὲς σὲ νοικοκυριά, ληστεῖες, πειρατεῖες κ.λπ.) τώρα νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ἕναν τακτικὸ καὶ ὑπάκουο στρατιώτη! Ὅμως, ἡ ἀρχὴ εἶχε γίνει…
Τότε ἵδρυσε στὴν Αἴγινα το 1829 καὶ τὴν Σχολὴ τῶν Εὐελπίδων, γιὰ τὴν μόρφωση τῶν ἀξιωματικῶν. Ἡ Σχολὴ τὸ 1834 μεταφέρθηκε στὸ Ναύπλιο.
Κοινωνικὴ μέριμνα
Μεγάλη κοινωνικὴ πληγὴ τῆς ἐποχῆς ἀποτελοῦσε ἡ αἰχμαλωσία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Καποδίστριας διέθεσε σημαντικὰ ποσὰ (προσωπικὰ καὶ τῶν φίλων του) γιὰ τὴν ἐξαγορά τους. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἔστειλε ἐμπίστους ἀνθρώπους του στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, οἱ ὁποῖοι ἀπελευθέρωσαν ἑκατοντάδες γυναῖκες καὶ παιδιὰ ποὺ εἶχε μεταφέρει ἐκεῖ αἰχμαλώτους ὁ Ἰμπραήμ. Αὐτὸς εἶναι ἕνας πολὺ σημαντικὸς τομέας ,ποὺ ἀποκαλύπτει τὴ φιλάνθρωπη διάθεση καὶ τὰ χριστιανικὰ αἰσθήματα αὐτοῦ τοῦ ἐξαιρετικοῦ ἀνθρώπου!
Καὶ μὲ τὸ ζήτημα τῆς πείνας τί γινόταν; Γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει αὐτὸ τὸ σοβαρὸ πρόβλημα ὁ Κυβερνήτης ὀργάνωσε συσσίτια. Ἐρχόμενος στὴν Ἑλλάδα εἶχε φέρει μαζί του μεγάλες ποσότητες τροφίμων, οι οποίες γρήγορα ὅμως ἐξαντλήθηκαν. Σκέφτηκε σοβαρὰ ποιὰ τροφὴ θα μποροῦσε νὰ παραχθεῖ εὔκολα καὶ σὲ μεγάλη ποσότητα: κατέληξε στὴν πατάτα. Προηγουμένως εἶχε φροντίσει νὰ φθάσει στὴν Αἴγινα ἕνα καλὸ φορτίο πατάτας ἀπὸ τὴν Γενεύη τῆς Ἑλβετίας, μὲ τὴν μεσολάβηση τοῦ φίλου του Pictet Cazenove. Οἱ κάτοικοι ὅμως δυσπίστησαν. Τότε κατέφυγε στο γνωστό τέχνασμα: Έδωσε εντολή καὶ τοποθετήθηκαν οἱ πατάτες μὲ σωροὺς σὲ κάποιο μέρος. Τὴν νύχτα ἔβαλε στρατιῶτες, δῆθεν, γιὰ νὰ τὶς φυλᾶνε μὲ τὴν παραγγελία νὰ παριστάνουν τοὺς κοιμισμένους… Τὸ πρωὶ οἱ πατάτες εἶχαν ἐξαφανιστεῖ! Τὶς ἔκλεψαν κατὰ τὸ διάστημα τῆς νύχτας, θεωρώντας προφανῶς πὼς ἦταν κάτι τὸ πολύτιμο, ἀφοῦ εἶχε φρουρά! Ἡ πατάτα πρωτοφυτεύτηκε στὴν περιοχὴ τοῦ Μαραθῶνα , συγκεκριμένα στὶς 23 Ἰανουαρίου 1828. Γρήγορα όμως ἐξαπλώθηκε ἡ καλλιέργειά της. Ντομάτες ὑπῆρχαν στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸ 1750. Ὁ Ἰρλανδὸς Στέφενσον καὶ ὁ Ἀναστάσιος Κονοφάος ἐπέβλεπαν τὶς καλλιέργειες. Ὁ Καποδίστριας φρόντισε νὰ ἐγκατασταθοῦν στὴν Αἴγινα δύο οἰκογένειες ἐμπείρων Ἰταλῶν καλλιεργητῶν, ποὺ ἐκπαίδευσαν τοὺς ἀγρότες στὶς καλλιέργειες τῆς πατάτας καὶ τοῦ σιταριοῦ, ὅπως ἐπίσης καὶ στὴν ἐκτροφὴ μεταξοσκωλήκων. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο οἱ ἀγρότες εἶχαν αὔξηση στὰ εἰσοδήματά τους. Τότε χορήγησε καλλιεργητικὰ δάνεια στὶς Κοινότητες γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἐλιᾶς καὶ τῆς σταφίδας. Ἐπειδὴ ἡ φορολογία τῆς δεκάτης δὲν ἀπέδιδε σημαντικὰ ἔσοδα στὸ Δημόσιο Ταμεῖο ἀπὸ τὰ ἀγροτικὰ προϊόντα, γι’ αὐτὸ καθιέρωσε ἕναν φόρο ποιμενικό.
Ὁ Καποδίστριας πρόσεξε ἰδιαίτερα τὸν τομέα τῆς ἀναπτύξεως τοῦ Ἐμπορίου καὶ τῆς Βιομηχανίας. Μὲ τὴν κάθοδο τῶν Ψαριανῶν στὴν Ἑρμούπολη τῆς Σύρου αὐτὴ ἡ πόλη ἄρχισε νὰ ἔχει γοργὴ ἀνάπτυξη. Ἐκεῖ ἵδρυσε καὶ τὸν πρῶτο Ἀσφαλιστικὸ Ὀργανισμό, στὸν ὁποῖο μάλιστα ἔκανε ἐγγραφή καὶ ὁ ἴδιος ως μέτοχος μὲ δέκα μετοχές.
Ἡ Ὑγεία ἦταν ἕνας ἄλλος τομέας, στὸν ὁποῖο ἐκδηλώθηκε ἔμπρακτα ἡ μέριμνα τοῦ Κυβερνήτη. Στὸν τομέα αὐτό μάλιστα χρησιμοποίησε καὶ τὶς ἰατρικές του γνώσεις. Μεγάλο πρόβλημα εἶχε δημιουργηθεῖ ἀπὸ τοὺς χιλιάδες Γάλλους στρατιῶτες στὴν Πελοπόννησο, ποὺ ἦταν ἡ αἰτία γιὰ τὴν μετάδοση πολλῶν ἀφροδισίων νοσημάτων στὸν πληθυσμό. Γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ λεγόμενα «Γαλλικὰ νοσήματα», ἀλλὰ καὶ τὴν φοβερὴ ἀρρώστεια τῆς πανώλους (πανοῦκλας), ἵδρυσε στὰ λιμάνια τῶν νησιῶν Ὑγειονομεῖα, καὶ σὲ πολλὲς πόλεις καὶ νησιὰ ὀργάνωσε πολιτικὰ καὶ στρατιωτικὰ νοσοκομεῖα. Δημιουργήθηκαν τότε καὶ λοιμοκαθαρτήρια, γιὰ νὰ σταματήσει ἡ μετάδοση τῶν λοιμωδῶν ἀσθενειῶν. Σὲ κάποιες περιπτώσεις, ὅμως, ἡ προσαγωγὴ τῶν ἀσθενῶν σὲ αὐτὰ δὲν ἔγινε μὲ διακριτικὸ τρόπο. Ἔτσι προκλήθηκαν δυσαρέσκειες στὸν λαὸ˙ π.χ. στὴν Ὕδρα ὁ ἀδελφός του Βιάρος χρησιμοποίησε βίαια μέσα: χώριζε μὲ ἄσχημο καὶ προσβλητικὸ τρόπο τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς οἰκογένειές τους. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ δημιουργηθοῦν σοβαρὲς ἀντιδράσεις ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ ἡρωικοῦ νησιοῦ.Ἦταν καὶ αὐτὴ μὶα ἀπὸ τὶς αἰτίες
ποὺ τροφοδότησε τοὺς ἀντικαποδιστριακοὺς πυρῆνες…
Ἡ προστασία τῶν Ἑλληνικῶν ἀρχαιοτήτων ἦταν ἕνα ἄλλο μεγάλο θέμα. Ἡ ἀρχαιοκαπηλεία εἶχε ἀναδειχθεῖ σὲ ἀγαπημένη συνήθεια τῶν διαφόρων ξένων ἀρχαιολόγων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἐπιστημονικῆς μελέτης φρόντιζαν νὰ φυγαδεύονται στὸ Ἐξωτερικὸ σημαντικὰ στοιχεῖα τῆς Πολιτιστικῆς Κληρονομιᾶς τοῦ τόπου. Ὁ Καποδίστριας τότε ψήφισε αὐστηροὺς νόμους γιὰ τὴν πάταξη τῆς ἀρχαιοκαπηλείας. Ταυτόχρονα ἵδρυσε στὴν Αἴγινα καὶ τὸ Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο.
Ὁ Charles Cockerell (1788-1863) μαζὶ μὲ τὸν Ot. von Stackelmberg κατὰ τὸ ἕτος 1811 ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὸν Ναὸ τῆς Ἀφαίας 17 ἀγάλματα. Μὲ τὴν φράση «Φορτώσαμε τὰ μάρμαρα» ἀναφέρεται τὸ θλιβερὸ γιὰ τὸν τόπο γεγονός
(βλ. ἐφημ. «Καθημερινή» τῆς 20ης Ὀκτωβρίου 1996, σελ. 20). Σήμερα αὐτοὶ οἱ σπάνιοι ἀρχαιολογικοί θησαυροί βρίσκονται στὴν Γλυπτοθήκη τοῦ Μονάχου στὴν Γερμανία.
Μὲ προαιρετικὲς εἰσφορὲς Ἑλλήνων καὶ Φιλελλήνων ὁ Καποδίστριας (μὲ τὸ Ψήφισμα Ζ΄ στὶς 2 Φεβρουαρίου 1828) ἵδρυσε στὴν Αἴγινα τὴν Ἐθνικὴ-Χρηματιστικὴ Τράπεζα. Στὸν τομέα αὐτὸ σημαντικὴ ὑπήρξεν ἡ συμβολὴ τοῦ συνεργάτη του Γεωργίου Σταύρου. Αὐτὴ ἡ Τράπεζα εἶναι τὸ πρῶτο Πιστωτικὸ Ἵδρυμα τῆς Ἑλλάδος. Ἔπαυσε τὶς ἐργασίες της μὲ τὸν θάνατο τοῦ Καποδίστρια.
Ἵδρυση τοῦ Ἐθνικοῦ Τυπογραφείου καὶ τοῦ Νομισματοκοπείου
Ὁ Καποδίστριας ἵδρυσε στὴν Αἴγινα τὸ Ἐθνικὸ Τυπογραφεῖο. Ἐκεῖ στεγάστηκε καὶ ἡ ἐπίσημη ἐφημερίδα τοῦ Κράτους, ἡ «Γενικὴ Ἐφημερὶς τῆς Ἑλλάδος». Περνώντας ἀπὸ διάφορες διαδρομές, τελικὰ ἡ«Γενικὴ Ἐφημερὶς» στεγάστηκε σὲ ἕνα μεγάλο κτήριο στὴν παραλία τῆς Αἴγινας, δίπλα ἀπὸ τὸ ἀρχοντικὸ τοῦ Βογιατζῆ.
Στὸ πάνω μέρος τοῦ κτηρίου στεγάστηκε τὸ «Γενικὸ Φροντιστήριο», ποὺ ἔμεινε στὴν Αἴγινα ἀπὸ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1825 μέχρι τὶς 25 Ὀκτωβρίου 1829, σύμφωνα μὲ τὶς ἀνάγκες τῆς Κυβερνήσεως. Τὸ «Γενικὸ Φροντιστήριο» ἦταν ἡ Γραμματεία Ναυτικῶν καί, ὡς ἐκ τούτου, ἔπρεπε νὰ βρίσκεται κοντὰ στὸ λιμάνι τοῦ νησιοῦ.
(βλ. Γ.Α.Κ. Γεν. Γραμματεία, φάκ. 223/ 17 Ὀκτωβρίου 1829, ἀπό Δῆμο Αἰγίνης. Τὸ μεγάλο αὐτὸ κτήριο, ποὺ διέθετε καὶ ἀποθήκη, ἀνῆκε στὴν ἰδιοκτησία τοῦ Κ. Λογοθέτη. Και Γ.Α.Κ. Γεν. Γραμματεία, φάκ. 49, ἀρ. 29/ 10 Ἀπριλίου 1828. Δύο μέλη τοῦΓεν. Φροντιστηρίου (Γραμματείας Ναυτικοῦ) στὴν Αἴγινα).
Σημαντικώτατο ἔργο τοῦ Καποδίστρια στὴν Αἴγινα ὑπῆρξε καὶ ἡ ἵδρυση τοῦ πρώτου νομισματοκοπείου, όπου κόπηκε καὶ τὸ πρῶτο Ἑλληνικὸ νόμισμα, ο “φοίνιξ”. Ὁ Καποδίστριας χρησιμοποίησε αὐτὸ τὸ ὄνομα γιὰ τὸ νέο νόμισμα, γιὰ νὰ δείξει μὲ συμβολικὸ τρόπο τὴν Ἀναγέννηση τῆς Χώρας. Ὁ «φοῖνιξ» ἦταν ἕνα μυθικὸ πτηνὸ ποὺ ἔζησε 500 χρόνια. Ὅταν κατάλαβε πὼς πλησίαζε τὸ τέλοςτου, ἄναψε μιὰ μεγάλη φωτιά, μπῆκε μέσα καὶ κάηκε. Στὴν συνέχεια ὅμωςἀπὸ τὴν τέφρα του ἀναγεννήθηκε, ἔχοντας λάβει ξανὰ τὸ σφρῖγος τῆς νεότητος.
Ὁ Καποδίστριας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἤθελε νὰ ἀντικαταστήσει τὸ τουρκικὸ γρόσι. Ὅπως ἡ «χελώνη» ὑπῆρξε τὸ πρῶτο νόμισμα ποὺ κόπηκε στὴν Αἴγινα κατὰ τὴν Ἀρχαιότητα,
ἔτσι καὶ ὁ «φοῖνιξ» ἦταν τὸ πρῶτο Ἑλληνικὸ νόμισμα, ποὺ κόπηκε πάλι στὸν
ἴδιο τόπο ἀπὸ τὸν πρῶτο Κυβερνήτη τῆς Χώρας.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη συνέπεσε νὰ ἀποστείλει ὁ Τσάρος Νικόλαος στὸν Καποδίστρια τρεῖς συναλλαγματικὲς ἀξίας 50.000 ρουβλίων. Τὰ χρήματα αὐτὰ τὰ ἔστελνε ἀπροειδοποίητα στὸν τέως Ὑπουργὸ τῶν Ἐξωτερικῶν του σὲ ἀναγνώριση τῶν πολυτίμων ὑπηρεσιῶν του. Ὅμως, οὔτε αὐτὰ τὰ χρήματα τὰ κράτησε ὁ ἀφιλοχρήματος ἄνδρας! Ἔκανε ὅμως κάτι ἄλλο: τὰ διέθεσε γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ Νομισματοκοπείου καὶ τὴν κοπὴ τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ νομίσματος. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἔστειλε στὴν Μάλτα τὸν Ἀλέξανδρο Κοντόσταυλο, ὁ ὁποῖος ἀγόρασε ἀπὸ ἐκεῖ ἕνα μηχάνημα κοπῆς νομισμάτων ἀξίας 100 γυϊνεῶν. Τὸ μηχάνημα μεταφέρθηκε στὴν Αἴγινα μὲ τὴν Ρωσσικὴ κορβέττα «Βρονταία». Στὸ νησὶ ἔγινε ἡ ἐπεξεργασία τοῦ κράματος γιὰ τὴν κοπὴ τῶν πρώτων νομισμάτων. (βλ. Κώστα Σταμάτη, «Αἴγινα, Ἱστορία – Πολιτισμός», τόμος 1, σελ. 199, Ἀθήνα 1989).
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ μὶα προσωπικὴ μαρτυρία: Μέχρι τὸ ἔτος 1969 οἱ αἴθουσες τοῦ Κυβερνείου χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς λειτουργίας τῶν Σχολείων Μέσης Ἐκπαιδεύσεως. Ὡς μαθητὴς Γυμνασίου θυμᾶμαι σὲ μιὰ αἴθουσα διδασκαλίας (στὸ ἰσόγειο ἀριστερά) μερικὲς σιδερένιες ράγες (προφανῶς κατάλοιπα της λειτουργίας τοῦ νομισματοκοπείου στὸν χῶρο ἐκεῖνο). Μὲ τὴν εὐκαιρία, ἂς ὑποσημειωθεῖ καὶ τὸ ἑξῆς: Τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1969 ὀργανώθηκε στὸν αὔλειο χῶρο τοῦ Κυβερνείου μὶα πολιτιστικὴ ἐκδήλωση βασισμένη στὸ ἔργο «Καποδίστριας» 1930, τοῦ Νίκου Καζαντζάκη. Τὴν διασκευὴ τοῦ ἔργου ἔκανε ὁ ἀείμνηστος Θεολόγος Καθηγητὴς Νικόλαος Παπατζανάκης, ὁ ὁποῖος στὰ «χορικὰ» τοῦ δράματος παρενέβαλε ποιήματα τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ. Ἔτσι, 141 χρόνια μετὰ τὴν ἄφιξη τοῦ Καποδίστρια σὲ ἐκεῖνο τὸν χῶρο, ἔγινε τὴν χρονιά ἐκείνη ἡ ἀναπαράσταση τῆς ὑποδοχῆς του, ὡς ἑξῆς: Ὁ «χορός» (μαθήτριες ντυμένες μὲ ἀρχαῖες Ἑλληνικὲς ἐνδυμασίες) ξεκίνησε ἀπὸ τὸν δρόμο (ὁδὸς Κυβερνείου) μὲ τὴν ἐπωδό: «Καλῶς ἦλθες, καλῶς ἦλθες στὸ παλάτι τῆς Ἑλλάδος, πρωτομάστορα! Χαιρετοῦμε, χαιρετοῦμε τὴν Ἑλλάδα μας!». Στὴν συνέχεια ὁ χορὸς ἔκανε ἀργὰ τὴν εἴσοδό του στὸν κατάμεστο ἀπὸ κόσμο χῶρο τοῦ Κυβερνείου. Ἐπακολούθησε διάλογος διαφόρων προσώπων μὲ τὸν Καποδίστρια (τὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίου εἶχε τὴν τιμὴ νὰ ὑποδυθεῖ ὁ γράφων). Ἀνερχόμενος ὁ Καποδίστριας τὰ σκαλοπάτια τοῦ Κυβερνείου εἶχε διαδοχικὰ διάλογο μὲ τοὺς Κολοκοτρώνη, Κανάρη, Μακρυγιάννη καὶ Μαυρομιχάλη. Χαρακτηριστικὴ ἦταν ἡ ἐπωδὸς τοῦ δράματος: «Τρεῖς κυράδες, ὅπως βλέπεις, σὲ δέχονται, ξεμαλλιάρες, ξεδιάντροπες περπατώντας γυμνὲς στὰ μουράγια: Ἡ Πανούκλα, ἡ Διχόνοια καὶ ἡ Πεῖνα ! Σκότωσέ της, Κυβερνήτη, καὶ φέρε μας τὴ χαρά, τὴ φευγάτη ἀλαφίνα». Γιὰ νὰ ἀπαντήσει ὁ Καποδίστριας: «Ὁμόνοια, ὁμόνοια, παιδιά μου». Στὴ συνέχεια τόνισε: «Ἀπ’ τὸν ἀράπη λυτρωθήκαμε τὸν ἔξω ἂς λυτρωθοῦμε κι ἀπὸ τὸν μέσα μας ἀράπη. Ὅλοι μαζί, παιδιά, νὰ βροῦμε σωτηρία».
Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐπιτυχία ποὺ εἶχε αὐτὴ ἡ ἐκδήλωση καὶ μὲ ἐνέργειες τοῦ τότε Δημάρχου Δημητρίου Πετρίτη, ἀπὸ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ τὸ 1ο Γυμνάσιο τῆς Αἴγινας μετονομάστηκε σὲ «Καποδιστριακό». Ἔτσι, τὸ φθινόπωρο τοῦ 1970 μεταστεγάστηκε σὲ ἄλλο κτήριο (ποὺ κτίστηκε σὲ οἰκόπεδο τὸ ὁποῖο προσέφερε στὴν τότε Σχολικὴ Ἐφορεία ὁ Μητροπολιτικὸς Ναὸς τῆς Αἴγινας, πρώην ἰδιοκτησίας Εὐστρατίου Οἰκονόμου). Σὲ ἐκεῖνο τὸ κτήριο εἶχα τὴν τιμὴ νὰ ὑπηρετήσω ὡς Θεολόγος Καθηγητὴς γιὰ δύο δεκαετίες. Σήμερα στὴν θέση του εἶναι κτισμένο τὸ σύγχρονο κτήριο, ποὺ στεγάζει τὸ ΕΠΑΛ τῆς Αἴγινας.
Διαμόρφωση τῶν τριῶν βαθμίδων τῆς Παιδείας
Ἰδιαίτερη εὐαισθησία ἔδειξε ὁ Καποδίστριας στὰ θέματα τῆς Ἐκπαιδεύσεως. Γιὰ τὸν λόγιο ἄνδρα «Παιδεία» δὲν σήμαινε μόνο παροχὴ γνώσεων, ἀλλὰ κυρίως μόρφωση ψυχῆς. Σὲ συνεργασία μὲ τὸν Γενικὸ
Συντονιστὴ σὲ θέματα Παιδείας Ἀνδρέα Μουστοξύδη, τὸν Γραμματέα Παιδείας Νικόλαο Χρυσόγελο καὶ τὸν Ἐπιθεωρητὴ τῶν Σχολείων τῆς Πελοποννήσου Ἰωάννη Κοκκώνη, ὁ Καποδίστριας διαμόρφωσε τὶς τρεῖς
βαθμῖδες τῆς Παιδείας ὡς ἀκολούθως:
Πρώτη βαθμίδα ἦταν ἡ Στοιχειώδης Ἐκπαίδευση μὲ τὸ Ἀλληλοδιδακτικὸ Σχολεῖο. Ὁ Καποδίστριας θεώρησε τὸ σχολεῖο αὐτὸ ὡς βάση για την Παιδεία. Ὁ διδάσκαλος δίδασκε τὰ παιδιά καὶ τὰ πιὸ ἔξυπνα καὶ εὐφυῆ ἀπὸ αὐτὰ γίνονταν ἀργότερα βοηθοί του.
Δεύτερη βαθμίδα: ἡ Μέση Ἐκπαίδευση, μὲ τὸ Προκαταρκτικὸ ἢ Πρότυπο Ἑλληνικὸ Σχολεῖο, το οποίο εἶχε τριετῆ φοίτηση.
Τέλος ὡς Τρίτη βαθμίδα θεωρήθηκε τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο Ἀνώτερης Παιδείας (γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ γίνει ἰδιαίτερος λόγος).
Ὁ Καποδίστριας εἶχε κατὰ νοῦ καὶ τὴν ὀργάνωση τῆς Ἀνωτάτης Παιδείας. Οἱ οἰκονομικὲς δυνατότητες ὅμως τῆς Πατρίδας τότε καὶ οἱ συνθῆκες τῆς ἐποχῆς δὲν τὸ ἐπέτρεψαν. Ἧταν καὶ αὐτὸ ἕνα γεγονὸς γιὰ
τὸ ὁποῖο κατηγορήθηκε…
Ἡ «Γενικὴ Ἐφημερὶς» τοῦ 1830 μᾶς πληροφορεῖ πὼς τότε ἡ Αἴγινα ἀριθμοῦσε 1082 μαθητὲς καὶ σπουδαστές, γεγονὸς ποὺ φανερώνει πὼς τὸ μικρὸ νησὶ τοῦ Σαρωνικοῦ εἶχε τότε μεταβληθεῖ σὲ μιὰ μεγάλη σχολειούπολη! Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὑπῆρχαν: τυπογραφεῖο, λιθογραφεῖο καὶ βιβλιοδετεῖο γιὰ τὴν ἐκτύπωση τῶν σχολικῶν βιβλίων. Ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν χριστιανικὴ διδασκαλία τῆς νεότητος ἦταν οἱ Ἀρχιερεῖς: Αἰγίνης Γεράσιμος, Ρεθύμνης Ἰωαννίκιος, Ταλαντίου Νεόφυτος καὶ Κυρήνης Παρθένιος, οἱ ὁποῖοι συνέταξαν βιβλία. Μάλιστα ὁ Βαρθολομαῖος Κουτλουμουσιανὸς έδωσε οδηγίες και συντάχθηκε η «Σύνοψη»(μια επιτομή δηλ. Εκκλησιαστικών ύμνων).
Τὶς παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1829 ὁ «ἐπὶ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καὶ τῆς Δημοσίου Παιδεύσεως Γραμματεὺς» Ν. Χρυσόγελος μὲ δημοσίευμα στὴν «Γενικὴ Ἐφημερίδα» πληροφοροῦσε «εὐχαρίστως»
τὸ κοινὸ ὅτι τὸν Ἰανουάριο τοῦ νέου ἔτους 1830 θὰ ἄρχιζε νὰ λειτουργεῖ ἕνα νέο κατάστημα, ἀνώτερο
ἀπὸ τὰ ἤδη λειτουργοῦντα (δηλ. τὸ Ἀλληλοδιδακτικὸ καὶ τὸ Προκαταρκτικό), «τὸ τῆς Αἰγίνης Κεντρικὸν
Σχολεῖον» διὰ «τοὺς νέους τοὺς ἔχοντας ἔφεσιν νὰ ἀναδεχθῶσιν τὸ διδασκαλικὸν ἐπάγγελμα». (βλ. Γιάννη Κόκκωνα, «Οἱ Μαθητὲς τοῦ Κεντρικοῦ Σχολείου (1830-1834)»,Κέντρο Νεοελληνικῶν Ἐρευνῶν, Ε.Ι.Ε., Ἀθήνα 1997, σελ. 13).
Πραγματικὰ, στὰ τέσσερα χρόνια λειτουργίας του στὴν Αἴγινα ἀπὸ τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο πέρασαν
700 περίπου ἔφηβοι καὶ νέοι, οι οποίοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ γίνουν Διδάσκαλοι ἢ Διοικητικοὶ ὑπάλληλοι ἢ νὰ προετοιμασθοῦν γιὰ Πανεπιστημιακὲς σπουδές. Δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολὴ, κατά συνέπεια, ἂν θα λέγαμε πὼς ἡ Αἴγινα στὰ χρόνια τοῦ Καποδίστρια ὑπῆρξε ἡ πρώτη πνευματικὴ ἑστία τῆς ἀναγεννωμένης Ἑλλάδος!
Ὁ Καποδίστριας, στὴ χάραξη της ἐκπαιδευτικὴς του πολιτικής, ἔλαβε σοβαρὰ ὑπ’ὄψιν τὸ «Σχέδιο περὶ τῆς Ἐθνικῆς ἀνατροφῆς» τοῦ Ἀλεξάνδρου Στούρτζα ,ποὺ προέβλεπε Ἀνώτερα Σχολεῖα: τὸ «Ἐκκλησιαστικόν», γιὰ τὴν ἐκπαίδευση τῶν Κληρικῶν, τὸ «Πολεμικόν», γιὰ τοὺς ἀξιωματικοὺς τοῦ Στρατοῦ καὶ τοῦ Ναυτικοῦ καὶ ἕνα «Πολιτικὸν Ἀνώτατον τῆς Ἑλλάδος Σχολεῖον», γιὰ τοὺς Νομικοὺς καὶ τοὺς Ἀνωτέρους Διοικητικοὺς ὑπαλλήλους. Προβλεπόταν μὲν διδασκαλία ἀρκετῶν μαθημάτων, ἀλλὰ σὲ αὐτὸ τὸ πρόγραμμα δὲν γινόταν λόγος γιὰ Πανεπιστήμια, ποὺ ἤδη λειτουργοῦσαν σὲ ἄλλες Χῶρες, λόγῳ ἀκριβῶς τῆς ἐλλείψεως οἰκονομικῶν μέσων καὶ ὑποδομῶν τοῦ υπό σύσταση Κράτους.
Τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο τῆς Αἴγινας
Ὁ Καποδίστριας μὲ τὸ ὑπ’ ἀριθμ. 97 Ψήφισμα τῆς 1ης Νοεμβρίου 1829 ἀνέθεσε στὸν Γεώργιο Γεννάδιο καὶ τὸν Ἰωάννη Βενθύλο τὴν ὀργάνωση τοῦ Κεντρικοῦ Σχολείου.
Στὶς 8 Ἰουνίου τοῦ 1828 ἄνοιξε πανηγυρικὰ τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο. Τὸ πρωὶ ἔγινε θεία Λειτουργία στὸν Ναὸ
τοῦ Σωτῆρος μέσα στὸ Ὀρφανοτροφεῖο. Ἐκεῖ ἔψαλλαν οἱ μαθητὲς τῆς Μουσικῆς Σχολῆς καὶ συλλειτούργησαν τέσσερις Ἀρχιερεῖς. Στὴν συνέχεια σχηματίσθηκε πομπὴ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Ὀρφανοτροφείου μὲ τὴν Ἐθνικὴ σημαία, ποὺ κατέληξε στὸ κτήριο τοῦ «Πανελληνίου», τὸ ὁποῖο καὶ εἶχε ὁριστεῖ προσωρινὰ ἕδρα τοῦ Κεντρικοῦ Σχολείου. Τὸν Μάϊο τοῦ 1828 (4 μῆνες δηλ. μετὰ τὴν ὁρκωμοσία τοῦ Καποδίστρια) τὸ «Πανελλήνιο» (Συμβουλευτικὸ Νομοθετικὸ Σῶμα) στεγάστηκε γιὰ ἕνα σύντομο χρονικὸ διάστημα στὸ κτήριο ποὺ βρίσκεται στὸ πλάϊ τῆς Μητροπόλεως καὶ χαρακτηρίζεται ὡς «τὸ παλαιὸν συνέδριον τοῦ Πανελληνίου».(βλ. Γ.Α.Κ. Γεν. Γραμματεία, φακ.69, ἀρ. 410/ 18 Μαΐου 1828: καταγραφὴ ἐξόδων γραφείων Οἰκονομίας καὶ Πανελληνίου ἀπὸ 27 Ἰανουαρίου 1828).
Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο, τὸ 1829, τὸ «Πανελλήνιο» μεταστεγάστηκε στὸ κτήριο τοῦ Ὀρφανοτροφείου. Προηγουμένως, ὅπως εἴπαμε, ἡ Βουλὴ συνεδρίαζε μέσα στὸν χῶρο τῆς «Μεγάλης Ἐκκλησίας».
Στὸ καταστολισμένο μὲ δάφνες καὶ κλαδιὰ ἐλιᾶς κτήριο ἔγινε Δοξολογία καὶ στὴν συνέχεια ὁμιλία ἀπὸ τοὺς Μουστοξύδη καὶ Βενθύλο, μὲ τὴν παρουσία πολλῶν ἐπισήμων καὶ λογίων.
Τὸ κτήριο αὐτὸ του “Πανελληνίου” φαίνεται πὼς προϋπῆρχε καὶ ἔγινε ἐπισκευή του τὸν Ὀκτώβριο τοῦ ἰδίου ἔτους. Στὸ ἴδιο κτήριο στεγάστηκε προσωρινὰ γιὰ ἕνα χρόνο περίπου καὶ τὸ «Κεντρικὸ Σχολεῖο»,πρὶν γίνει ἡ μεταφορά του σὲ ἐκεῖνο ποὺ κτίστηκε δίπλα μὲ χρήματα τοῦ Ἐϋνάρδου (τὸ γνωστὸ ὡς Ἐϋνάρδειο), τὸ ὁποῖο καὶ στέγασε αὐτὸ τὸ Σχολεῖο (τὸ Κεντρικό) ἀπὸ τὸ 1830 μέχρι τὸ 1834 (βλ. Γεν. Ἐφημ., ἔτος Ε΄, ἀρ. 4/ 11 Ἰανουαρίου 1830: Ἔναρξη λειτουργίας τοῦ Κεντρικοῦ Σχολείου). Αὐτὸ τὸ οἰκοδόμημα εἶναι γνωστὸ και ὡς «Προκαταρκτικὸ» Σχολεῖο, δηλ. τὸ Ἀνώτερο Σχολεῖο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶχαν ἀρχίσει νὰ γίνονται ἐργασίες σὲ αὐτό (βλ. Γεν. Ἐφημ., ἔτος Ε΄, ἀρ. 31/ 2 Μαΐου 1828, σελ. 130). Πρόκειται γιὰ τὴν «οἰκίαν τὴν εἰς τὸ πλάγιον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας», ποὺ ἡ Δημογεροντία χάρισε στὸν Καποδίστρια τὸν Μάρτιο τοῦ 1829 .Τὰ μαθήματα ἄρχισαν στὶς 3 Φεβρουαρίου τοῦ 1830. Ἐνῶ ὅμως ἡ τάξη τοῦ Γενναδίου εἶχε πολλοὺς μαθητές, ποὺ ἔδειχναν ἐνδιαφέρον, τὸ ἀντίθετο ἀκριβῶς συνέβαινε μὲ ἐκείνη τοῦ Βενθύλου, ὅπου ὑπῆρχαν πολλὰ παράπονα ἐκ μέρους τῶν μαθητῶν. Ὁ Βενθύλος διατηροῦσε φιλικὴ σχέση μὲ τὸν Μαυροκορδᾶτο (ποὺ ἦταν καὶ κουμπάρος του). Τὰ δημοσιεύματα τῆς ἐποχῆς τὸν ἐμφανίζουν ὡς ἄτομο μὲ ἐπίμεμπτη ἠθική. Στὶς 30 Αὐγούστου 1830 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του, ποὺ ἔγινε δεκτή. Ὁ Ν. Χρυσόγελος ἀπαντᾶ ὅτι «τὸ Σχολεῖο δὲν δύναται νὰ σᾶς προσφέρῃ θέσιν ἀνάλογον μὲ τὰ φῶτα καὶ τὰ ὁποῖα ἐπιθυμεῖτε νὰ διδάξητε μαθήματα…». (βλ. «Γεν. Ἐφημερίς», ἀρ. 4, 11/1/1830, Ἰωάννης Βενθύλος).
Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὁ νεαρὸς διδάσκαλος πέρασε στὴν Ἀντιπολίτευση (στὴν ὁποία, λίγο ἀργότερα, προσετέθη καὶ ὁ Γ. Γεννάδιος).Τότε ἄρχισαν νὰ κυκλοφοροῦν σὲ μερικοὺς κύκλους μαθητῶν διάφορες ἀντικαποδιστριακὲς σάτιρες καὶ νὰ κορυφώνεται ἡ ἀντίδραση στὴν Ἐκπαιδευτικὴ Πολιτικὴ τοῦ Καποδίστρια.
Τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1830 κτίστηκε πάνω σὲ σχέδια τοῦ Κλεάνθη καὶ Schaubert ἕνα κτήριο ἁπλῆς δωρικῆς ἀρχιτεκτονικῆς μὲ ἀετώματα στὶς δυὸ πλευρές του. Εἶναι τὸ γνωστὸ «Ἐϋνάρδειο», ποὺ κτίστηκε μὲ χορηγία τοῦ Φιλέλληνα Ἐϋνάρδου. Στοὺς τοίχους του ὑπῆρχαν προτομὲς ἀρχαίων ποιητῶν, ρητόρων, ἱστορικῶν καὶ φιλοσόφων, ὥστε νὰ ἀποτελοῦν πηγὴ ἐμπνεύσεως γιὰ τοὺς μαθητές. Στὸ Ἐϋνάρδειο γινόταν διδασκαλία ἀρχαίων Ἑλλήνων ρητόρων, συγγραφέων καὶ φιλοσόφων. Διδάσκονταν Ἀρχαιολογία, Παιδαγωγική, Φιλοσοφία καὶ Παλαιογραφία. Ταυτόχρονα, ὅμως, μεγάλωνε καὶ ἡ ἀντίδραση. Ὁ Ἀστυνόμος Γεώργιος Φωτόπουλος διενεργοῦσε συνεχεῖς ἀνακρίσεις καὶ ἐνημέρωνε τὴν Κυβέρνηση γιὰ τὶς ἐνέργειες τῶν μαθητῶν. Τὸ στῖγμα τῆς ἀντικαποδιστριακῆς πολιτικῆς ἐκφράζει ἡ Ἐφημερίδα τῆςὝδρας «Ἀπόλλων». Σὲ ἄρθρο της στὶς 23/3/1831 γράφει: «…ἤλπιζον οἱ δυστυχεῖς μαθηταὶ τοῦ Κεντρικοῦ σχολείου τῆς Αἰγίνης ν’ ἀκούσωσιν αὐτοῦ μαθήματα ὑψηλότερα, ν’ ἀκούσωσι Ποιητάς, Κλασσικούς, Συγγραφεῖς, Φιλοσόφους κ.τ.λ. Ἀλλ’ ἀντὶ τούτων ὑπεχρεώθησαν ν’ ἀκούσωσι Σοφιστῶντῆς Ἀλεξανδρινῆς καὶ Βυζαντινῆς ἐποχῆς Λόγους…», γιὰ νὰ καταλήξει καὶ σὲ ἐπίκληση: «…Ὦ Μακαρία Σκιά! Θεῖε Πλάτων! μὴ πρὸς Θεὸν ἀγανακτήσεις δι’ αὐτὴν τὴν τρομερὰν ἱεροσυλίαν! ἡ Ἑλλὰς εἶναι καὶ θὰ μείνει αἰωνίως ἡ πατρίς σου… τὰ τέκνα της δὲν παύουν ν’ ἀποστηθίζουν τοὺς μελιρρύτους καὶ θείους λόγους σου…» (βλ. ἐφημ. Ἀπόλλων, ἀρ. 6, σελ. 22).
Μετὰ τὴν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια στὸ Ναύπλιο ἀρχίζει καὶ ἡ παρακμὴ τοῦ σχολείου. Στὴν θέση τοῦ
παραιτηθέντος Μουστοξύδη ἦρθε στὴνΑἴγινα ὁ πολὺς Θεόκλητος Φαρμακίδης, ἀπὸ τοὺς βασικοὺς συντάκτες τῆς ἀντικαποδιστριακῆς ἐφημερίδας «Ἀπόλλων». Στὸ κόμμα τῶν λεγόμενων «Συνταγματικῶν» προσεχώρησε καὶ ὁ πρώην συνεργάτης τοῦ Καποδίστρια Γεώργιος Γεννάδιος. Ὅλοι αὐτοὶ ἤλπιζαν νὰ κληρονομήσουν καὶ τὴν Κυβέρνηση τοῦ Ἰ. Καποδίστρια, ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὶς ἰδέες καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀδαμάντιου Κοραῆ. Ὥσπου, στὶς 20 Ἰουλίου 1834 ἔγινε ἡ μεταφορὰ τοῦ Κεντρικοῦ Σχολείου τῆς Αἴγινας στὴν Ἀθήνα, ὅπου συνέχισε νὰ λειτουργεῖ κατὰ τὸ
σχολικὸ ἔτος 1834-35 ὡς «Βασιλικὸν Γυμνάσιον Ἀθηνῶν» καὶ στεγάστηκε στὸ σπίτι τοῦ Ἀρχιτέκτονα Κλεάνθη. Αὐτὸς μάλιστα ἔκανε καὶ ἔκπτωση 20% στὸ ἐνοίκιο!
Τὸ Ὀρφανοτροφεῖο καὶ ἡ Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη
Ἡ μέριμνα τοῦ Κυβερνήτη ἐπεκτάθηκε καὶ σὲ ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὀρφανὰ ἢ παραστρατημένα παιδιά (ἀγόρια ἢ κορίτσια, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὰ ἄτακτα στρατεύματα), τὰ ὁποῖα εἶχαν χάσει τοὺς δικούς τους στὸν πόλεμο. Γι’ αὐτὰ τὰ παιδιὰ ζήτησε ὁ Κυβερνήτης νὰ γίνει καταγραφὴ τῶν ὀνομάτων καὶ τῆς καταστάσεως τους σὲ ξεχωριστοὺς καταλόγους.
Τότε ἔκτισε στὴν Αἴγινα τὸ Ὀρφανοτροφεῖο, ποὺ θεμελιώθηκε στὶς 8 Ὀκτωβρίου 1828 σὲ οἰκόπεδο ποὺ παρεχώρησε ἡ Δημογεροντία τῆς Αἴγινας μὲ χρήματα Ἑλλήνων καὶ Φιλελλήνων. Τὸ κτήριο τοῦ Ὀρφανοτροφείου ἔκτισαν οἱ γνωστοὶ ἀρχιτέκτονες τοῦ Καποδίστρια Κλεάνθης καὶ Σάουμπερτ, σὲ οἰκόπεδο ποὺ παρεχώρησε ἡ Δημογεροντία τοῦ νησιοῦ. Εἶναι πραγματικὰ ἐντυπωσιακὸ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸ τὸ τεράστιο κτήριο τῶν 4.000 τ.μ. κτίστηκε σὲ χρονικὸ διάστημα ἕξι μόλις μηνῶν! Χρησιμοποιήθηκαν, ὅμως, πουριὰ ἀπὸ ἀρχαῖα κτίσματα. Γιὰ νὰ κτισθεῖ τὸ κτήριο ἀπαλλοτριώθηκε μαζὶ μὲ ἄλλα καὶ τὸ σπίτι τοῦ
Ἀνδρέα Ν. Ἀποστόλη, γυιοῦ τοῦ Ναυάρχου τῶν Ψαρῶν.
Ὅπως προαναφέρθηκε, μέσα σὲ αὐτὸ τὸν χῶρο κτίστηκε καὶ ἡ Ἐκκλησία ἡ ἀφιερωμένη στὸν Σωτῆρα Χριστό.
Ἐπειδὴ ὁ Καποδίστριας ἤθελε νὰ διατηρήσει τὶς μνῆμες τοῦ ἐνδόξου Ἑλληνικοῦ παρελθόντος οἱ φημισμένοι ἀρχιτέκτονες ἔβαλαν τὰ δυνατά τους: Ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ ρυθμὸς τῆς ἁπλῆς δωρικῆς Ἀρχιτεκτονικῆς, ὁ ὁποῖος ἀργότερα θὰ κυριαρχήσει στὰ νεοκλασικὰ τῆς Ἀθήνας.
Στὸν Καποδίστρια ὀφείλεται ἡ ἔννοια τῆς Τεχνικῆς καὶ Ἐπαγγελματικῆς Ἐκπαιδεύσεως στὴν Ἑλλάδα. Δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τὰ ἐμπερίστατα παιδιὰ νὰ μὴν χρησιμοποιοῦν τὸν χῶρο τοῦ κτηρίου μόνο
γιὰ στέγαση καὶ τροφή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν μόρφωσή τους, ἡ ὁποία ἔτσι συνδέθηκε καὶ μὲ τὴν ἐπαγγελματικὴ ἀποκατάστασή τους. Ἔτσι οἱ 500 περίπου τρόφιμοι τοῦ Ἱδρύματος -καὶ κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίβλεψη τῶν ἱεροδιακόνων Γρηγορίου Κωνσταντᾶ καὶ Νεοφύτου Νικητοπούλου – εἶχαν τὴν δυνατότητα νὰ παρακολουθοῦν μαθήματα καὶ διδασκαλία οἰκοδομικῆς, ξυλουργικῆς, τορνευτικῆς, σιδηρουργικῆς, ὡρολογοποιίας, ραπτικῆς, ὑποδηματοποιίας, βιβλιοδετικῆς καὶ τυπογραφίας. Κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίβλεψη τῶν διδασκάλων τους ἀρχιμανδριτῶν Νεοφύτου Δούκα καὶ Λεοντίου Καμπάνη, ὅσοι ἀποφοιτοῦσαν εἶχαν τὴν δυνατότητα νὰ λάβουν ἀπὸ τὸ Κράτος ἕνα μικρὸ χρηματικὸ κεφάλαιο, γιὰ τὸ πρῶτο ξεκίνημα τῆς ἐπαγγελματικῆς τους σταδιοδρομίας καὶ γιὰ τὴν ἀγορὰ τῶν ὀργάνων τῆς τέχνης τους. Ὁ Καποδίστριας φρόντισε καὶ γι’ αὐτό !
Μέσα στὸ κτήριο τοῦ Ὀρφανοτροφείου τῆς Αἴγινας ἱδρύθηκε καὶ λειτούργησε Σχολὴ Μουσικῆς (ἡ ὁποία ἀπετέλεσε τὸν πρόδρομο τοῦ Ἐθνικοῦ Ὠδείου) στὴν ὁποία δίδαξε ὁ μουσικοδιδάσκαλος Γεώργιος Λέσβιος, ὅπως προαναφέρθηκε.
Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Στὸν περίβολο τοῦ χώρου τοῦ Ὀρφανοτροφείου ἱδρύθηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Νεοελληνικὴ Ἱστορία, Βιβλιοθήκη. Στὴν ἀρχὴ ξεκίνησε ὡς Σχολική, γιὰ νὰ ἀποτελέσει στὴν συνέχεια τὸν πρῶτο πυρῆνα τῆς
Ἐθνικῆς. Μὲ τὸν καιρὸ εμπλουτίστηκε μὲ πλῆθος βιβλίων ἐπιστημονικῶν καὶ ἄλλων, ποὺ ἀγοράσθηκαν μὲ δωρεές. Τὸν Μάϊο τοῦ 1832 ἀποχωρίστηκε ἀπὸ τὸ Ὀρφανοτροφεῖο καὶ συγκρότησε ἀνεξάρτητη Ὑπηρεσία μὲ Διευθυντὴ τὸν Γεώργιο Γεννάδιο. Ἀπὸ τότε ὀνομάστηκε Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη, ἡ ὁποία διέθετε 25.615 τόμους βιβλίων! Μὸνον ὁ ἐκ Τεργέστης ὁμογενὴς Μιχαὴλ Ἀντωνόπουλος προσέφερε 1370 τόμους Ἑλλήνων συγγραφέων! Αὐτὸς ἦταν ὁ «φωτοσβέστης» Καποδίστριας, ποὺ τὸν κατηγοροῦσαν οἱ ἀντίπαλοί του!
Μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἀνδρέα Μουστοξύδη ἄρχισε ἡ θεμελίωση τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου της. Συγκέντρωναν στὴν Αἴγινα παλαιὰ ἔγγραφα καὶ χειρόγραφα γιὰ συντήρηση, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν μεταφερθεῖ στὴν Αἴγινα γιὰ διάσωση καὶ διαφύλαξη. Μετὰ ὅμως τὴν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια καὶ τὴν παραίτηση τοῦ Ἀνδρέα Μουστοξύδη, ἄρχισε ἡ παρακμὴ τῆς Αἴγινας καὶ ἡ μεταφορὰ τῶν πνευματικῶν καὶ πολιτιστικῶν Ἱδρυμάτων ἀπὸ τὴν Αἴγινα στὴνἈθήνα. Τὸ Ὀρφανοτροφεῖο λειτούργησε ὣς τὸ ἔτος 1844. Τὸ 1882, ἐπειδὴ τὸ κτήριο εἶχε ἐγκαταλειφθεῖ καὶ κινδύνευε νὰ ἐρειπωθεῖ, μὲ μέριμνα τοῦ Παντελάκη Λογιωτατίδη (ἑνὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς γυιοὺς τοῦ Γεωργ. Λογιωτατίδη, ποὺ ἔγινε ἀξιωματικὸς τῆς Σχολῆς Εὐελπίδων καὶ χρημάτισε Βουλευτὴς τῆς Αἴγινας) μετατράπηκε σὲ κτήριο Φυλακῶν.
Ἡ ἐπιγραφὴ ἐπάνω στὴν εἴσοδο τῶν Φυλακῶν γράφει: «Ὁ Κυβερνήτης τὸὈρφανοτροφεῖον τόδε ἀνήγειρεν – 1828». Μπροστὰ ἀπὸ τὴν εἴσοδο ὑπῆρχεἡ προτομὴ τοῦ Καποδίστρια μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ἰωάννης Α. Καποδίστριας, πατὴρ καὶ προστάτης τῶν ὀρφανῶν». Αὐτὴ ἡ ἐπιγραφὴ ἀφαιρέθηκε καὶ μέχρι τὸ 1891 βρισκόταν στὴν Βιβλιοθήκη τοῦ Ὑπουργείου τῶν Ναυτικῶν. Ἀργότερα διαλύθηκε ἡ Βιβλιοθήκη καὶ σήμερα εἶναι ἄγνωστο που βρίσκεται…